Παρά τις αξιόλογες αναπτυξιακές προοπτικές της, η Θεσσαλονίκη και η ευρύτερη περιοχή της έχει εγκλωβιστεί σε έναν φαύλο κύκλο εσωστρέφειας και παραίτησης, και τη διακρίνει πλέον η “μιζέρια”. Η κατάσταση αυτή είναι απολύτως ευεξήγητη: η αποβιομηχάνιση μετά το 2000, η οικονομική κρίση που εδώ υπήρξε χειρότερη λόγω του τοπικού παραγωγικού μοντέλου, η βραδύτατη υλοποίηση –ή και ματαίωση– μεγάλων έργων, και η φυγή σε Αθήνα και εξωτερικό πάρα πολλών εξαιρετικών νεότερων Θεσσαλονικέων, έχουν δυστυχώς οδηγήσει σε γενικευμένη διεκδικητική αδράνεια, η οποία με τη σειρά της οδηγεί σε περαιτέρω παρακμή.
Η τρέχουσα απαξίωση και ερήμωση του τόπου μπορεί να αναστραφεί μόνο μέσω της δημιουργίας νέου πλούτου, δηλαδή της ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης.
Αυτός ο φαύλος κύκλος πρέπει να σπάσει, και μάλιστα για εθνικούς λόγους. Η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας αποτελεί το νευραλγικό κέντρο της Βόρειας Ελλάδας και η Βόρεια Ελλάδα αποτελεί ίσως το κορυφαίο στρατηγικό άσετ της χώρας (με δεύτερο την Κρήτη).
Συνεπώς, δεν επιτρέπεται να συνεχιστεί η τρέχουσα απαξίωση του τόπου και η σημερινή τάση μπορεί να αναστραφεί μόνο μέσω της δημιουργίας νέου πλούτου, δηλαδή της ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης. Όπως είναι σαφές, το κέντρο της εν λόγω ανάπτυξης εντοπίζεται στη μητροπολιτική Θεσσαλονίκη, άρα καλείται η γενική κυβέρνηση να εντείνει περαιτέρω τις εδώ προσπάθειές της.
Οι νέοι επενδυτές χρειάζονται σαφή εικόνα, δεν αρκούνται σε ευχολόγια και δηλώσεις καλών προθέσεων. Θα πρέπει λοιπόν πολύ σύντομα να οριστούν εκείνες οι οικονομικές δραστηριότητες, οι οποίες θα αποτελέσουν την αναπτυξιακή προμετωπίδα, ώστε κατόπιν να εντοπιστούν οι ανάγκες τους σε εργαζόμενους και υποδομές και τελικά να τεθούν ρεαλιστικοί βραχυπρόθεσμοι, μεσοπρόθεσμοι και μακροπρόθεσμοι στόχοι, μέσα από ένα εμπεριστατωμένο κείμενο στρατηγικού σχεδιασμού. Με άλλα λόγια, ένα ολιστικό Master Plan. Το εν λόγω έργο επιβάλλεται να σχεδιαστεί και να διοικηθεί εδώ, με συμμετοχή του ιδιαίτερα αξιόλογου τοπικού ανθρώπινου δυναμικού. Παρά το brain drain, η Θεσσαλονίκη εξακολουθεί να διαθέτει σε αφθονία εκείνους τους ερευνητές, τους τεχνοκράτες και τους μάνατζερ που θα φέρουν εις πέρας αυτή την αποστολή όχι απλώς με άνεση, αλλά και με μπόλικο μεράκι.
Το ΥΜΑΘ μπορεί κάλλιστα να επιβλέψει την όλη προσπάθεια, έχοντας έτσι περισσότερο ουσιαστικό περιεχόμενο στη λειτουργία του. Θυμίζω εδώ το λάθος της κατάργησης του Οργανισμού Ρυθμιστικού Θεσσαλονίκης, το μνημονιακό 2014.
Σήμερα, όσον αφορά στην τοπική κοινωνία, η απαίτηση για άλμα εμπρός είναι πάνδημη. Ωστόσο, ο κατακερματισμός αρμοδιοτήτων μεταξύ φορέων και η ατολμία τοπικών εκπροσώπων καθιστούν δύσκολο το να δρομολογηθεί το άλμα τούτο. Η πολιτεία οφείλει να παρέμβει με θάρρος και να δώσει οριστική λύση, αγνοώντας μικροσυμφέροντα που κρατούν στάσιμη τη μητροπολιτική Θεσσαλονίκης, και κατ’ επέκταση όλη τη Βόρεια Ελλάδα.
Το άρθρο παρουσιάζεται και στο νέο τεύχος ΚΤΙΡΙΟ/forThess – Οκτώβριος 2025, μπορείτε να το ξεφυλλίσετε ΕΔΩ.