Σε προηγούμενο άρθρο μου, με τίτλο «“Thessaloniki Tower” – Ένας ουρανοξύστης τοπόσημο για τη Θεσσαλονίκη», αναφέρθηκα στις απογοητευτικές επιδόσεις του τουρισμού της Θεσσαλονίκης τα τελευταία χρόνια, παρά το γεγονός ότι ο ελληνικός τουρισμός καταγράφει κάθε χρόνο και ένα νέο ιστορικό ρεκόρ τουριστικών εισπράξεων. Και, μάλιστα, παρά το γεγονός ότι η Θεσσαλονίκη συγκαταλέχθηκε στους 50 κορυφαίους προορισμούς του κόσμου, σύμφωνα με το δημοφιλές αμερικανικό περιοδικό TIME και στις 10 καλύτερες πόλεις που αξίζει κανείς να επισκεφτεί, σύμφωνα με τη γαλλική εφημερίδα Le Figaro, ενώ έχει ενταχθεί και στο Δίκτυο Δημιουργικών Πόλεων της UNESCO στον τομέα της Γαστρονομίας (UNESCO Creative Cities Network/Gastronomy).
Στην προσπάθεια αναζήτησης των αιτίων αυτής της κακής εικόνας που παρουσιάζει η Θεσσαλονίκη ως τουριστικός προορισμός, η απάντηση είναι απλή και αμείλικτη: Η Θεσσαλονίκη δεν αποτελεί διεθνώς αναγνωρίσιμο τουριστικό προορισμό και, ως εκ τούτου, παρουσιάζει χαμηλό τουριστικό ενδιαφέρον.
Σημείωνα, λοιπόν, σε εκείνο το άρθρο, ότι για να βγει η Θεσσαλονίκη από την τουριστική αφάνεια και να μπει δυναμικά στον παγκόσμιο τουριστικό χάρτη, δεν αρκεί μόνο ο Λευκός Πύργος, η Άνω Πόλη, τα Κάστρα, τα παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μνημεία της πόλης, η πλούσια πολυπολιτισμική ιστορική και πολιτιστική της παράδοση και η υψηλή της γαστρονομία. Χρειάζεται κάτι παραπάνω. Κάτι μοναδικό και σπάνιο για τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Κάτι που θα συζητηθεί σε ευρωπαϊκό και σε παγκόσμιο επίπεδο και θα είναι ικανό να κινήσει το ενδιαφέρον των ταξιδιωτών και να δημιουργήσει τουριστικό ερέθισμα για την πόλη. Χρειάζεται, δηλαδή, ένα ή περισσότερα εμβληματικά τουριστικά αξιοθέατα.

Ως τέτοια εμβληματικά τουριστικά αξιοθέατα έχω προτείνει κατά καιρούς, πέρα από τον ουρανοξύστη του προαναφερθέντος άρθρου, την αξιοποίηση του παραθαλάσσιου μετώπου της πόλης μέσω ενός πιο φιλόδοξου αναπτυξιακού και κατασκευαστικού project, τη δημιουργία ενός μεγάλου θεματικού πάρκου για την αρχαία Μακεδονία και το Μέγα Αλέξανδρο (AlexanderLand), την κατασκευή ενός νέου δικαστικού μεγάρου στην πόλη, με παράλληλη ανάπλαση της γύρω περιοχής, η οποία θα μπορούσε να μετατραπεί σε ένα μικρό «Ελληνικό», τη δημιουργία ενός μητροπολιτικού πάρκου στο κέντρο της πόλης και μιας τεχνητής παραλίας για κολύμβηση, καθώς και διάφορες προτάσεις για την ανάδειξη της Θεσσαλονίκης σε δημοφιλή εγχώριο και ευρωπαϊκό χριστουγεννιάτικο προορισμό.
Και ενώ οι παραπάνω προτάσεις το πιο πιθανό είναι πως θα παραμείνουν για πάντα στα χαρτιά, καθώς είναι μάλλον περισσότερο φιλόδοξες και «ουτοπικές» για τα δεδομένα της πόλης, εντελώς ξαφνικά και ανέλπιστα η Θεσσαλονίκη απέκτησε ένα νέο τουριστικό τοπόσημο, που τόσο πολύ της έλειπε. Το οποίο δεν είναι άλλο από τον πολύπαθο, αλλά εμβληματικό σταθμό Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης.
Δεν ξέρω αν είναι ο πιο όμορφος σταθμός μετρό στον κόσμο, όπως τον χαρακτήρισε ο Πρωθυπουργός (μάλλον οι σταθμοί του μετρό της Μόσχας διεκδικούν τα πρωτεία στη συγκεκριμένη κατηγορία), σίγουρα όμως είναι ένας σταθμός μοναδικός στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο, καθώς αποτελεί παράλληλα και ένα ανοιχτό αρχαιολογικό μουσείο. Συνιστά, δηλαδή, ένα μοναδικό και ιδιαίτερο κράμα σύγχρονου μέσου μαζικής μεταφοράς και ιστορικού και πολιτιστικού μνημείου, που αναμφίβολα μαγνητίζει τον επισκέπτη.
Και εδώ ακριβώς βρίσκεται η προστιθέμενη πολιτιστική και τουριστική αξία του σταθμού Βενιζέλου: Ο μοναδικός και εμβληματικός χαρακτήρας του σταθμού αυτού, δεν συνιστά απλά ένα νέο τοπόσημο και σημείο αναφοράς για την πόλη, αλλά διαθέτει και την απαιτούμενη δυναμική για να δημιουργήσει ένα νέο τουριστικό προορισμό κυριολεκτικά από το «μηδέν». Να μετατρέψει, δηλαδή, την πόλη της Θεσσαλονίκης σε έναν must visit τουριστικό προορισμό για κάθε ξένο τουρίστα που επισκέπτεται την Ελλάδα.

Για να συμβεί βέβαια αυτό θα πρέπει ο σταθμός Βενιζέλου να τύχει της κατάλληλης διαφημιστικής προβολής από τους φορείς του τουρισμού της πόλης, αλλά και της απαραίτητης προώθησης μέσω των social media. Η φωτογραφία του σταθμού Βενιζέλου θα πρέπει να λάβει περίοπτη θέση δίπλα σε αυτή του Λευκού Πύργου, σε κάθε διαφημιστική καμπάνια προβολής και προώθησης της Θεσσαλονίκης ως τουριστικού προορισμού. Είναι ένα νέο, εμβληματικό τουριστικό και πολιτιστικό asset της πόλης, το οποίο θα πρέπει να αξιοποιηθεί αναλόγως για την τουριστική της προβολή και τη δημιουργία της νέας, σύγχρονης τουριστικής ταυτότητας της πόλης.
Ο εμβληματικός σταθμός Βενιζέλου του μετρό της Θεσσαλονίκης αποτελεί αυτό το κάτι παραπάνω που έλειπε από τη Θεσσαλονίκη για να αλλάξει την τουριστική μοίρα της πόλης. Μπορεί να μην φαντάζει τόσο εντυπωσιακός όσο ένας ουρανοξύστης στο Ντουμπάι, ένα φουτουριστικό παραθαλάσσιο μέτωπο στη Σιγκαπούρη ή ένα μεγάλο θεματικό πάρκο στο Παρίσι, πλην όμως δεν παύει να αποτελεί ένα μοναδικό τουριστικό landmark για τη Θεσσαλονίκη, το οποίο είναι ικανό να δημιουργήσει ένα νέο τουριστικό προορισμό. Συνιστά ένα ιδιαίτερο τοπόσημο, που θα μαγνητίσει το φωτογραφικό φακό των επισκεπτών της πόλης και οι φωτογραφίες αυτές θα διαδοθούν αστραπιαία μέσω των social media, εκτοξεύοντας τις μετοχές της Θεσσαλονίκης στο παγκόσμιο τουριστικό χρηματιστήριο. Ένα νέο, μοναδικό σημείο αναφοράς για την πόλη, που μπορεί να αποτελέσει την αφετηρία και το εφαλτήριο για την αναβάθμιση της εικόνας και της τουριστικής αξίας της Θεσσαλονίκης. Και μάλιστα εντελώς ανέλπιστα (και οριακά), αν αναλογιστούμε και τις δικαστικές «περιπέτειες» του εν λόγω σταθμού.