Το πράσινο είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για την ποιότητα της ζωής των κατοίκων και ιδιαίτερα για τις κοινωνικές, περιβαλλοντικές, οικονομικές και αισθητικές ανάγκες τους. Οι περισσότερες πυκνοκατοικημένες πόλεις δεν μπορούν να ανταποκριθούν στα κατώτερα διεθνή αποδεκτά όρια πρασίνου των 9 τ. μ./κάτοικο (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), World Health Organization 2012) για ικανοποίηση των αναγκών των κατοίκων σε πράσινο. Η άριστη ενδεδειγμένη έκταση πρασίνου είναι 30-40 τ.μ./κάτοικο και μάλιστα ως ποσοστό θα πρέπει να καλύπτει τουλάχιστον το 10% της πόλης, να είναι ομοιόμορφα κατανεμημένο, εύκολα προσβάσιμο σε απόσταση μικρότερη των 500 μ. (10 λεπτά περπάτημα), ασφαλές και λειτουργικό.
Το πράσινο στη Θεσσαλονίκη είναι ότι απέμεινε αδόμητο, όπως λένε οι πολεοδόμοι ‘το μη αξιοποιηθέν’. Το πράσινο σύμφωνα με εκτίμηση του 1979 ανέρχονταν σε 2,73 τ.μ./κάτοικο, με εκτίμηση του ΑΠΘ σε 2,15 τ.μ./κάτοικο και με εκτίμηση των Papageorgiou and Gemenetzi (2018) σε 1,6 τ. μ./κάτοικο. Αυτό το πράσινο (Λατινόπουλος 2021) ποιοτικά αξιολογείται κάτω του μετρίου από το 88,9% των κατοίκων και η μέση απόσταση προσέγγισης είναι 1,8 χλμ. με αποτέλεσμα ένας στους τέσσερις κατοίκους να μην πηγαίνει σχεδόν ποτέ στο πάρκο με τα πόδια. Επιπλέον, ελάχιστα πάρκα έχουν την κρίσιμη έκταση των 5 στρ. (ΠΟΥ), για να διεγείρουν το ενδιαφέρον των κατοίκων και να τα επισκεφθούν. Τα παραπάνω στοιχεία καταδεικνύουν την πενία της Θεσσαλονίκης σε ποσοτικό και ποιοτικό πράσινο. Η δυνατότητα ένταξης νέων εκτάσεων πρασίνου μέσα στον πολεοδομικό ιστό είναι περιορισμένη γι’ αυτό είναι σκόπιμο να δοθεί έμφαση κυρίως στην ποιοτική αναβάθμιση του υπάρχοντος πρασίνου.
Άμεσα-βραχυπρόθεσμα μέτρα: Αξιοποίηση των ημι-ελεύθερων χώρων με μερική αποτσιμεντοποίηση, όπου είναι εφικτό, εμπλουτισμός με πράσινο και εξασφάλιση ενός πλαισίου χρήσης δίνοντας ειδικά κίνητρα κατά περίπτωση.
Μεσοπρόθεσμα μέτρα: Σύμφωνα με το ΦΕΚ Νο 285/2004 έχει θεσμοθετηθεί ότι το ελάχιστο αποδεκτό όριο πρασίνου για τις μεγαλουπόλεις στην Ελλάδα είναι τα 8 τ. μ./κάτοικο. Για την επίτευξη του στόχου αυτού στη Θεσσαλονίκη είναι απαραίτητο να ενταχθεί έκταση 6000 στρ. πρασίνου περίπου. Οι εκτάσεις αυτές προφανώς μπορεί να εξασφαλιστούν καθώς σύμφωνα με το αναθεωρημένο Master Plan (2006) υπάρχουν 5.690 στρ. στον αστικό ιστό και 1.540 στρ. του τμήματος εκείνου του περιαστικού δάσους που βρίσκεται κάτω από τον περιφεριακό δρόμο.
Μακροπρόθεσμα μέτρα: Πέρα από τα παραπάνω τα οποία σαφώς υπολείπονται του άριστου, οι φωτισμένοι ηγέτες πρέπει να θέσουν σύντομα τον στόχο για 20 τ. μ. /κάτοικο, στόχο που έχουν υιοθετήσει διάφορες μεγαλουπόλεις όπως το Τορόντο, η Μελβούρνη κλπ. Ο στόχος για αύξηση του πρασίνου σε 20 τ. μ. /κάτοικο είναι εφικτός και για τη Θεσσαλονίκη με την προϋπόθεση ενσωμάτωσης και μέρους του περιαστικού δάσους πάνω από τον περιφεριακό δρόμο. Για την επίτευξη του στόχου θα πρέπει να ενταχθούν επιπλέον του μεσοπρόθεσμου στόχου εκτάσεις 12.000 στρ. Το περιαστικό δάσος έχει έκταση 30.252 στρ., έκταση υπερ-επαρκής για να καλύψει τις ανάγκες ακόμη και για την άριστη έκταση που καθορίζει ο ΠΟΥ.
Στον πολεοδομικό ιστό της Θεσσαλονίκης δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια αύξησης της έκτασης του πρασίνου, οι δήμοι θα πρέπει να επικεντρωθούν πρωταρχικά στην αξιοποίηση των ημιελεύθερων χώρων αλλά κυρίως στη βελτίωση της ποιότητας και της λειτουργικότητας του υπάρχοντος πράσινου. Πέρα από αυτά, με σωστό προγραμματισμό και δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα, να ξεκινήσει η διαδικασία ένταξης έκτασης πράσινου σε πρώτο στόχο τα 8 τ.μ./κάτοικο το ελάχιστο ανεκτό και στο σύντομο μέλλον τουλάχιστον τα 20 τ.μ./κάτοικο.